Συγκεκριμένα, το Άρθρο 23 του Νόμου 3500 για την ενδοοικογενειακή βία προβλέπει: ρητή υποχρέωση για τους εκπαιδευτικούς και τα μέλη του εκπαιδευτικού προσωπικού (Πρωτοβάθμια / Δευτεροβάθμια, δημόσια ή ιδιωτικά σχολεία, καθώς και μονάδες προσχολικής αγωγής) που πληροφορούνται ή διαπιστώνουν ότι έχει διαπραχθεί έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας σε βάρος μαθητή, να ενημερώσουν χωρίς καθυστέρηση τον διευθυντή της σχολικής μονάδας. Ο διευθυντής, με τη σειρά του, οφείλει να αναφέρει το περιστατικό στον Εισαγγελέα ή στην αστυνομία.
Έπειτα η Εισαγγελία διατάζει κάθε πρόσφορο μέσο για τη διερεύνηση. Συνήθως δίνοντας εντολή στην κοινωνική υπηρεσία του τόπου κατοικίας του/της μαθητή/τριας.
Επομένως προκύπτει πως η αναφορά περιστατικών βίας σε βάρος μαθητών συνιστούν υπηρεσιακό και νομικό καθήκον. Οι εκπαιδευτικοί δεν υπέχουν αστική ή ποινική ευθύνη, εφόσον προβαίνουν στην αναφορά με καλή πίστη, ακόμα κι αν αργότερα αποδειχθεί ότι το παιδί δεν είχε κακοποιηθεί. Αντίθετα, η παράληψη αναφοράς μπορεί να επιφέρει ποινικές κυρώσεις, γιατί θεωρείται παράλειψη καθήκοντος.
Αξίζει να επισημανθεί πως σε περίπτωση που δεν δεχτεί η διεύθυνση του σχολείου την παραπομπή στην Εισαγγελία, όπως προβλέπεται από τον Νόμο 3500, πρέπει οι εκπαιδευτικοί να ενημερώσουν απευθείας τον Εισαγγελέα Ανηλίκων, καθώς βάση του Ποινικού Κώδικα (άρθρο 232 – Παράλειψη αναγγελίας εγκλήματος), κάθε δημόσιος υπάλληλος υποχρεούται να αναφέρει στις αρχές κακουργήματα ή πλημμελήματα που τελούνται σε βάρος ανηλίκων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου